Ο Χένρι Ρ. Λους, ιδρυτής των περιοδικών «Τime», «Life», «Fortune» και «Ρeople», ήταν ένας μεγιστάνας των μέσων ενημέρωσης την εποχή που ένας μοναχικός εκδότης μπορούσε να επηρεάσει την πορεία των γεγονότων.
O Λους εκμεταλλεύτηκε το ισχυρό «μεγάφωνο» που διέθετε για να στηρίξει τους πολιτικούς που θαύμαζε, για να δημιουργήσει ένα πορτρέτο που θα τόνωνε το ηθικό της αμερικανικής μεσαίας τάξης και για να προωθήσει την υπόθεση της αμερικανικής παρουσίας στον κόσμο. Αυτό που ο ίδιος αποκαλούσε «δημοσιογραφία της ενημέρωσης με έναν σκοπό» ήταν κάτι που δύσκολα μπορούσε να ξεχωρίσει από την προπαγάνδα. Και αυτό του στοίχισε την περιφρόνηση των φιλελεύθερων διανοουμένων.
Ο Αλαν Μπρίνκλεϊ έχει το χάρισμα να αποκαθιστά πρόσωπα που έχουν ισοπεδωθεί σε καρικατούρες. Στο νέο του βιβλίο «Τhe Ρublisher: Ηenry Luce and Ηis Αmerican Century», ο Μπρίνκλεϊ προσφέρει μια τέτοια υπηρεσία. Ο «δικός του» Λους είναι μια σύνθετη προσωπικότητα, περισσότερο τραγική παρά αρνητική ενώ αναγνωρίζεται στα περιοδικά του - ειδικά το «Τime» και το «Life» - τον ρόλο που διαδραμάτισαν σε μια χώρα που δυσκολευόταν να δεχθεί τον δικό της ρόλο ως κυρίαρχης γεωπολιτικής δύναμης στον κόσμο. Υπό μία έννοια, οι εκδόσεις του Λους χρησίμευαν ως ένα είδος πολιτισμικής συγκολλητικής ουσίας ικανής να ενώσει τη μεσαία τάξη κάτω από μια κοινή αντίληψη του κόσμου και να της ανοίξει τον δρόμο σε περιόδους πολέμων και οικονομικών δυσκολιών. Είναι δύσκολο να φανταστούμε ένα μέσο στο σημερινό μιντιακό περιβάλλον που να διαδραματίζει τέτοιο ρόλο.
Στο Χότσκινς. Ο άνθρωπος που στο πιο διάσημο κύριο άρθρο του, γραμμένο για το περιοδικό «Life», χαρακτήρισε τον 20ό αιώνα ως «αμερικανικό αιώνα», γεννήθηκε και μεγάλωσε 6.000 μίλια μακριά από τις αμερικανικές ακτές. Ως φοιτητής στο Χότσκινς, συνάντησε ένα από τα δυο πρόσωπα που θα είχαν τεράστια επιρροή στην ενήλικη ζωή του- και με τα δύο αυτά πρόσωπα ήταν αντίπαλος και συνεργάτης ταυτόχρονα. Ο Μπράιτον Χέιντεν ήταν τόσο εικονοκλαστικός όσο σοβαρός ήταν ο Λους, τόσο χαρισματικός ο ένας όσο κοινωνικά απροσάρμοστος ο άλλος. Σε όλη τη διάρκεια του σχολείου και του πανεπιστημίου, οι δυο τους είχαν ανοιχτό ανταγωνισμό για να κατακτήσουν επαίνους και να τραβήξουν την προσοχή. Λίγα χρόνια μετά το πτυχίο τους, έγιναν συνεργάτες σε ένα νέο και φιλόδοξο περιοδικό.
Η περιφρόνηση. Ο Λους και ο Χέιντεν μοιράζονταν την ίδια περιφρόνηση, γι΄ αυτό που αποκαλούμε σήμερα παραδοσιακά (mainstream) μέσα ενημέρωσης, δηλαδή τα σκανδαλοθηρικά ταμπλόιντ. Γεμάτοι αυτοπεποίθηση σκέφτηκαν μια εβδομαδιαία σύνοψη γεγονότων και αναλύσεων που θα συγκέντρωναν από άλλα μέσα ενημέρωσης. Το περιοδικό, που αρχικά ονομάστηκε «Facts» πήρε το όνομα «Τime» πριν αρχίσει να κυκλοφορεί το 1923. Η διακηρυγμένη αποστολή του ήταν να υπηρετήσει «την ανώτερη οικονομικά αλλά ακαλλιέργητη τάξη, τους υπεραπασχολημένους επιχειρηματίες και τους κουρασμένους ντεμπιτάντ για να τους προετοιμάσει για μια συζήτηση στο τραπέζι». Το νέο περιοδικό είχε την ποιότητα που σήμερα αποδίδουμε στα μπλογκ. Ηταν περιεκτικό και ανεπιτήδευτο, γεμάτο πολιτικά παρασκήνια και με μια γλώσσα που προκαλούσε πολλά σατιρικά σχόλια. Οταν ο αυτοκαταστροφικός Χέιντεν πέθανε στα 31 του χρόνια από τις πολλές κραιπάλες, το «Τime» είχε στεφθεί με τρομερή επιτυχία.
Εκτός από τον Χέιντεν, το άλλο σημαντικό πρόσωπο στη ζωή του Λους ήταν η Κλαρ Μπουθ Λους, η δεύτερη σύζυγός του σεναριογράφος, μέλος του Κογκρέσου, πρέσβειρα στην Ιταλία και διαπιστωμένα ψυχασθενής.
Η σχέση του ζεύγους ήταν θυελλώδης, ανταγωνιστική, σπαραξικάρδια, με φοβερούς καβγάδες, ρομαντικές επιστροφές, λίγο σεξ, πειραματισμούς με LSD (σε εκείνη άρεσε, εκείνος το περιφρονούσε) και μελοδραματικές επιστολές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου